- Κλείτος
- Sp Klitas Ap Κλείτος/Kleitos L Š Graikija
Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė.
Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė.
Κλειτός — renowned masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κλειτός — renowned masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κλεῖτος — masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κλεῖτος — neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κλείτος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Αιγύπτου και σύζυγος της Δαναΐδας Κλείτης, η οποία τον σκότωσε την πρώτη νύχτα του γάμου τους. 2. Γιος του Μαντία, πατέρας του Κοίρανου. Η Ηώ τον ερωτεύτηκε επειδή ήταν πολύ όμορφος και τον έκανε αθάνατο … Dictionary of Greek
κλειτός — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Αιγύπτου και σύζυγος της Δαναΐδας Κλείτης, η οποία τον σκότωσε την πρώτη νύχτα του γάμου τους. 2. Γιος του Μαντία, πατέρας του Κοίρανου. Η Ηώ τον ερωτεύτηκε επειδή ήταν πολύ όμορφος και τον έκανε αθάνατο … Dictionary of Greek
Κύρου-Κλείτος, Δημήτριος — (Θεσσαλονίκη 1921 –). Λογοτέχνης. Σπούδασε στη σχολή νομικών και οικονομικών επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και σταδιοδρόμησε ως τραπεζικός υπάλληλος (1951 83). Διετέλεσε επίσης γενικός γραμματέας του Κρατικού Θεάτρου… … Dictionary of Greek
κλειτῶν — κλεῖτος neut gen pl (attic epic doric) κλειτός renowned fem gen pl κλειτός renowned masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κλείτει — κλεῖτος neut nom/voc/acc dual (attic epic) κλείτεϊ , κλεῖτος neut dat sg (epic ionic) κλεῖτος neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κλειτόν — κλειτός renowned masc acc sg κλειτός renowned neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)